Σακχαρώδης Διαβήτης

Σακχαρώδης Διαβήτης

    Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μία ετερογενής ασθένεια η οποία προκαλείται από μία ή παραπάνω αιτίες και χωρίς πρότυπη θεραπεία. Ορίζεται ως μεταβολική ανωμαλία στην οποία η χρόνια υπεργλυκαιμία, η οποία οφείλεται σε απόλυτη ή μερική ανεπάρκεια ινσουλίνης ,είναι το κύριο χαρακτηριστικό της. Η ινσουλίνη είναι μία ορμόνη η οποία εκκρίνεται στο πάγκρεας και είναι υπεύθυνη για την μεταφορά γλυκόζης στα κύτταρα. Όταν το πάγκρεας δεν παράγει αρκετή ινσουλίνη ή η ινσουλίνη που παράγει δεν δρα σωστά ώστε να μεταφέρει την γλυκόζη στα κύτταρα με στόχο τη σωστή λειτουργία τους, τότε, αυτή η ποσότητα γλυκόζης παραμένει στο αίμα αυξάνοντας έτσι τα επίπεδα της και προκαλώντας την εμφάνιση της νόσου. Υπολογίζεται ότι περίπου το 3% των ατόμων μέσης ηλικίας και το 6,4 % των ατόμων ηλικίας 65-67 ετών πάσχουν από διαβήτη, αλλά πολλοί από αυτούς δεν το γνωρίζουν.

Τύποι διαβήτη

  • Πρωτοπαθής διαβήτης. Διαβήτης μη ανοχής της γλυκόζης. Είναι μία κατάσταση στην οποία ο οργανισμός δυσκολεύεται να μεταβολίσει τους υδατάνθρακες. Περίπου το 20% αυτών των ασθενών καταλήγουν να εμφανίσουν έναν από τους δύο τύπους που περιγράφονται παρακάτω.
  • Ινσουλινοεξαρτώμενος διαβήτης ή διαβήτης τύπου I. Εμφανίζεται κυρίως αλλά όχι πάντα σε άτομα ηλικία μικρότερης των 25 ετών και χαρακτηρίζεται από καταστροφή των β-κυττάρων του παγκρέατος τα οποία είναι υπεύθυνα για την παραγωγή ινσουλίνης . Σε περιπτώσεις   όπου η ασθένεια έχει εξελιχθεί  πλήρως η παραγωγή της ινσουλίνης είναι ελάχιστη ή ανύπαρκτη.
  • Μη ινσουλινοεξαρτώμενος διαβήτης ή διαβήτης τύπου II. Οι ασθενείς με τέτοιου τύπου διαβήτη είναι συνήθως μέσης ηλικίας ή υπερήλικες. Μπορούν να χωριστούν σε 2 κατηγορίες: τ παχύσαρκων και μη παχύσαρκων διαβητικών. Σε αυτά τα άτομα το πάγκρεας παράγει λιγότερη ινσουλίνη από αυτή που χρειάζεται ο οργανισμός   με αποτέλεσμα  την αύξηση της συγκέντρωσης γλυκόζης στο αίμα.
  • Διαβήτης εγκυμοσύνης. Εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και χαρακτηρίζεται από μη ανοχή στην γλυκόζη. Ο διαβήτης αυτός μοιάζει με τον διαβήτη τύπου II ως προς την ελαττωμένη έκκριση ινσουλίνης. Σήμερα είναι γνωστό ότι ο διαβήτης αυτός εμφανίζεται στο 3-5% των κυήσεων και σχετίζεται με την παχυσαρκία (δηλ. η παχύσαρκη γυναίκα έχει μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσει διαβήτη) .

Στόχοι διατροφικής παρέμβασης

Το διαιτολόγιο του διαβητικού πρέπει να είναι εξατομικευμένο και σχεδιασμένο έτσι ώστε να καλύπτει και άλλες καταστάσεις που μπορεί να συνοδεύουν τον διαβήτη (καρδιαγγειακές παθήσεις , παχυσαρκία κλπ). Για τους λιπόσαρκους ο υπολογισμός βασίζεται στο ιδανικό βάρος που συνήθως καθορίζεται από το διαιτητικό ιστορικό.  Όσο για τους παχύσαρκους διαβητικούς το διαιτολόγιο θα πρέπει να είναι υποθερμιδικό ώστε να επιτευχθεί ένα ιδανικό σωματικό βάρος.

Αναλυτικότερα :

  • Υδατάνθρακες: μπορούν να καλύπτουν το 55-60 % των συνολικών ημερίσιων ενεργειακών αναγκών. Έμφαση θα πρέπει να δίνεται στους ακατέργαστους υδατάνθρακες που περιέχουν περισσότερες φυτικές ίνες. Μία περιορισμένη ποσότητα ζάχαρης και άλλων κατεργασμένων σακχάρων είναι γενικώς αποδεκτή εφόσον δεν επηρεάζει την ρύθμιση του διαβήτη. Προσοχή θα πρέπει να δίνεται στον γλυκαιμικό δείκτη των τροφών.
  • Πρωτεΐνες: προτείνεται ένα ποσοστό 12-20 % των συνολικών θερμίδων. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνεται στις ανάγκες παιδιών, εγκύων και σε γαλουχία γυναικών, ηλικιωμένων και ατόμων με ειδικές απαιτήσεις (π.χ. νεφρική δυσλειτουργία) .
  • Λίπη: ιδανικά θα πρέπει να καλύπτουν το 30 % των ενεργειακών αναγκών. Το ποσοστό των πολυακόρεστων λιπών θα πρέπει να φτάσει το 10%, των κορεσμένων να είναι μέχρι 10%, και των μονοακόρεστων να καλύπτει το υπόλοιπο 10-15%. Είναι καλύτερα να επιλέγονται μικρές ποσότητες κρέατος, τυριών και αυγών ενώ το ψάρι είναι καλύτερη επιλογή.
  • Φυτικές ίνες: μέχρι 40 γρ/ημέρα. Συστήνονται 25 γρ / 1000 kcal υποθερμιδικές δίαιτες. Μία αυξημένη κατανάλωση δημητριακών ολικής άλεσης, οσπρίων, φρούτων και λαχανικών έχουν θετική επίδραση στη γλυκόζη του αίματος.
  • Γλυκαντικές ύλες: Παρόλο που η χρήση τους δεν συστήνεται, η κατανάλωση τους δεν δημιουργεί πρόβλημα εφόσον λαμβάνονται υπόψη τα χαρακτηριστικά της κάθε γλυκαντικής ουσίας (θερμιδικό περιεχόμενο, ασφάλεια της καταναλισκόμενης ποσότητας κλπ)
  • Νάτριο: Καλό είναι να μην υπερβαίνει τα 3000 mg/ ημέρα.
  • Αλκοόλ: περιστασιακή χρήση. Πρέπει να προσδιοριστεί σε 1-2 ισοδύναμα αλκοόλης 1-2 φορές / εβδομάδα αφού προηγουμένως έχει προηγηθεί γεύμα.
  • Ροφήματα: διαλέξτε το νερό, καφέ ή τσάι χωρίς ζάχαρη ή με τεχνητές γλυκαντικές ύλες.