Χοληστερίνη

χοληστερίνη

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΧΟΛΗΣΤΕΡΟΛΗ;

Τα λιπαρά που υπάρχουν στο ανθρώπινο σώμα λέγονται λιπίδια. Η χοληστερόλη είναι μία χημική ουσία – λιπίδιο  (στερόλη) την οποία το σώμα μας την χρησιμοποίει για την κατασκευή – σύνθεση των μεμβρανών των κυττάρων καθώς και την παραγωγή πολλών ορμονών, των χολικών οξέων και της βιταμίνης D. Η χοληστερόλη αυξάνεται στον οργανισμό μας είτε με την κατανάλωση λιπαρών ουσιών (εξωγενής χοληστερίνη), είτε εσωτερικά στο συκώτι (ενδογενής χοληστερίνη).

Οι φυσιολογικές τιμές της ολικής χοληστερόλης είναι :

  • Τιμές μικρότερες από 200 mg/dl είναι ιδανικές
  • Τιμές από 200 -220 mg/dl είναι αποδεκτές ανάλογα με την ηλικία και την συνολικότερη κατάσταση υγείας του ασθενούς
  • Τιμές πάνω από 240mg/dl είναι επικίνδυνες

Οι παράγοντες που συντελούν στην αύξηση της χοληστερόλης είναι:

  • Διατροφικοί παράγοντες (κατανάλωση τροφών πλούσιων σε κορεσμένα λίπη)
  • Κληρονομικότητα
  • Παθολογικά νοσήματα (π.χ. νεφρωσικό σύνδρομο, διαβήτης, ορμονικές διαταραχές, υποθυροειδισμόςκλπ.)
  • Φάρμακα
  • Παράγοντες καθημερινότητας (π.χ. καθιστική ζωή)

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η HDL ΚΑΙ Η LDL ΧΟΛΗΣΤΕΡΙΝΗ;

Η HDL είναι γνωστή και ως «καλή χοληστερίνη» ίσως εξαιτίας του ρόλου της. Οι λιποπρωτεϊνες υψηλής πυκνότητας (HDL) σχηματίζονται στο ήπαρ και στο λεπτό έντερο και περιέχουν μεγάλη ποσότητα πρωτεϊνών και μικρότερη ποσότητα τριγλυκεριδίων και χοληστερίνης. Η HDL οδηγεί την ολική χοληστερόλη του αίματος από τα αρτηριακά τοιχώματα στο ήπαρ απ’ όπου απομακρύνεται και από το σώμα. Έτσι αυξημένες τιμές της φαίνεται ότι δρουν προστατευτικά για καρδιαγγειακά νοσήματα.  Τιμές HDL 40-59 mg/dl θεωρούνται ικανοποιητικές.

Η LDL είναι γνωστή και ως «κακή χοληστερίνη». Οι λιποπρωτεϊνες χαμηλής πυκνότητας περιέχουν το 50% της ολικής χοληστερόλης. Όταν τα επίπεδα της είναι αυξημένα δηλώνουν τον κίνδυνο αθηροσκλήρυνσης, δηλαδή την δημιουργία πλάκας στο εσωτερικό των αγγείων αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο για ισχαιμική καρδιοπάθεια, έμφραγμα και εγκεφαλικό. Τιμές κάτω των 200 mg/dl είναι ιδανικές. Τιμές πάνω από το 240 mg/dl είναι παράγοντας υψηλού κινδύνου για καρδιακή νόσο.

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΙΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΛΗΣΤΕΡΙΝΗΣ

Οι διατροφικές μας συνήθειες αποτελούν ίσως τον σημαντικότερο παράγοντα στην ρύθμιση των επιπέδων της χοληστερόλης στο αίμα μας. Οι αύξηση των τιμών των λιπιδίων στο αίμα οφείλεται σε τροφές που περιέχουν μεγάλες ποσότητες κορεσμένου λίπους το οποίο είναι τις περισσότερες φόρες ζωικής προέλευσης.  Σημαντικό είναι τα άτομα με αυξημένη χοληστερίνη να ακολουθούν ειδική διατροφή και να ενισχύσουν τη σωματική δραστηριότητα.

Τροφές που αυξάνουν τα επίπεδα χοληστερίνης και θα πρέπει να αποφεύγονται :

  • Βούτυρο ζωικής προέλευσης
  • Πλήρες γάλα και πλήρη γαλακτοκομικά προϊόντα (ρυζόγαλο, σαντιγί, κρέμες γάλακτος)
  • Αποφύγετε αυξημένη πρόσληψη ζάχαρης, μαρμελάδων και λοιπών γλυκών παρασκευασμάτων
  • Μειώστε την κατανάλωση κόκκινου κρέατος σε 1 φορα/10 μέρες
  • Αποφύγετε την συχνή κατανάλωση κρόκων αυγών
  • Αποφύγετε να καταναλώνετε τσιγαρισμένα η τηγανιτά φαγητά
  • Λιπαρά τυριά (γραβιέρα, φέτα, κεφαλοτύρι κλπ)
  • Κονσερβοποιημένα ή παστά ψάρια κι κρέατα
  • Αλλαντικά (π.χ. μπέικον, λουκάνικα κλπ.)
  • Λιπαρό κρέας (αρνί, χοιρινό, εντόσθια)
  • Οστρακοειδή (γαρίδες, καραβίδες, αστακό, μύδια, στρείδια, αχινούς κλπ.)
  • Μαλάκια (σουπιές, καλαμάρια)
  • Αλατισμένους, καβουρντισμένους ή ψημένους καρπούς
  • Πατάτες τηγανιτές
  • Αρτοσκευάσματα από άσπρο αλεύρι (π.χ. τσουρέκια, κρουασάν, κριτσίνια κλπ)

Τροφές που βοηθούν στη ρύθμιση των επιπέδων της χοληστερίνης:

  • Λαχανικά και φρούτα λόγω των φυτικών ινών που περιέχουν
  • Λιπαρά ψάρια (λόγω αυξημένης συγκέντρωσης ω-3 λιπαρών που συντελούν στη μείωση της χοληστερίνης)
  • Ελαιόλαδο (πηγή μονοακόρεστων λιπαρών οξέων)
  • Βρώμη (μέσα από τροφές όπως κουάκερ, παξιμάδια βρώμης, νιφάδες βρώμης)
  • Οι φυτοστερόλες(σουσάμι, ηλιόσποροι, φιστίκια, σόγια)
  • Αλκοόλ (μέτρια κατανάλωση αλκοόλ και ιδιαίτερα κόκκινου κρασιού, που περιέχει αντιοξειδωτικές ουσίες, αυξάνουν την «καλή» χοληστερίνη
  • Γάλα και επιδόρπια γιαουρτιού με φυτικές στερόλες

Σημείωση: Τα μέτρα που προαναφέρονται είναι μερικές φορές ανεπαρκή και επιβάλλεται η χορήγηση φαρμάκου.